ΔΙΔΩ ΣΩΤΗΡΙΟΥ

«ΛΙΓΑ  ΑΝΘΗ»  ΣΤΗ  ΜΝΗΜΗ  ΤΗΣ  ΜΥΘΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΟΥ

«ΤΩΝ  ΕΘΝΙΚΩΝ  ΣΥΜΦΟΡΩΝ»

ΔΙΔΩ  ΣΩΤΗΡΙΟΥ

Στις  23 Σεπτεμβρίου 2004 πέταξε για την αιωνιότητα η Μικρασιάτισσα συγγραφέας Διδώ Σωτηρίου στα 95 της χρόνια. Ήταν κόρη του Ευάγγελου Παπά και της Μαριάνθης  Παπαδοπούλου  γεννημένη το 1909 στο Αϊδίνι της Μ.Ασίας. Προσφυγοπούλα το 1922 ,ανατράφηκε από τους πλούσιους θείους της, Μαρίτσα και Γιώργο Νικητόπουλο. Στην Αθήνα τελείωσε τις εγκύκλιες σπουδές , πήρε δίπλωμα καθηγήτριας γαλλικών και για λίγους μήνες παρακολούθησε μαθήματα Λογοτεχνίας στη Σορβόννη.  Ασχολείται επαγγελματικά με τη δημοσιογραφία από το 1937. Στην περίοδο της κατοχής δούλεψε στον παράνομο Τύπο ως ειδικευμένη στη διεθνή πολιτική.

Το 1933 παντρεύτηκε τον μαθηματικό Πλάτωνα Σωτηρίου. Παιδιά δεν απόκτησαν, ανέθρεψαν όμως τον Νίκο, γιο της αδελφής της  Έλλης Παπά και του Νίκου Μπελογιάννη.

Το πρώτο της βιβλίο «Οι νεκροί περιμένουν» αναφέρεται  στα γεγονότα της Μικρασιατικής καταστροφής και κυκλοφορεί το 1959. Τα  «Ματωμένα χώματα» το 1969, είναι μια τοιχογραφία της μικρασιατικής τραγωδίας μέσα από τις περιπέτειες του Μανώλη Αξιώτη, ενός απλού αγρότη από τον Κιρκιντζέ. Στη Μ. Ασία αναφέρεται και το δοκίμιό της «Η Μικρασιατική καταστροφή και η στρατηγική του ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο» (1975). Τα περισσότερα έργα της μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες και αλλεπάλληλες εκδόσεις. Η Διδώ Σωτηρίου αγαπήθηκε   όσο λίγοι από τους συγγραφείς της γενιάς της. Βραβεύτηκε από πολλούς φορείς του πνεύματος του τόπου μας: Βραβείο Ιπεκτσί (1983), Ειδικό Κρατικό Βραβείο (1989), Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών (1990) και   βραβείο της Ένωσης Σμυρναίων. Της απονεμήθηκε επίσης το παράσημο  του Ταξιάρχη του Φοίνικα  από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο (1996) και το παράσημο του Αξιωματικού του Τάγματος της Αξίας από τον Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας Ζακ Σιράκ.

Κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη παρουσία εκπροσώπων του πολιτικού κόσμου  και συναδέλφων πεζογράφων και ποιητών.

«…τόσα φαρμάκια, τόση συφορά κι εμένα ο νους να γυρίσει θέλει πίσω στα παλιά! Να‘ ταν, λέει, ψέμα όλα όσα περάσαμε και να γυρίζαμε τώρα δα στη γη μας, στους μπαξέδες μας, στα δάση μας με τις καρδερίνες, τις κάργες και τα πετροκοτσύφια, στα περιβολάκια μας με τις μαντζουράνες και τις ανθισμένες κερασιές, στα πανηγύρια μας με τις όμορφες… Αντάρτη του Κιορ Μεμέτ, χαιρέτα μου τη γη όπου μας γέννησε… Ας μη μας κρατάει κάκια που την ποτίσαμε με αίμα… Ανάθεμα στους αίτιους!»

 

ΜΑΤΩΜΕΝΑ  ΧΩΜΑΤΑ